Πριν από μερικές μέρες κυκλοφόρησε το νέο album του Σωκράτη Μάλαμα, με τίτλο “Δρόμοι“. Σε αυτό συμμετέχει η Χαρούλα Αλεξίου.
Το album σε γενικές γραμμές είναι αρκετά καλό. Ο Σωκράτης φαίνεται πως γυρίζει σε λίγο πιο λαϊκούς δρόμους.
Αυτό όμως που μου έκανε εντύπωση είναι το κομμάτι Το παραγώνι, το οποίο έχει στίχους από τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών!
Στο παραγώνι κάθομαι
μόνος και συλλογιέμαι
όσα τα μάτια μου έχουν δει
το δρόμο της ζωής μου
τα λούλουδα του λιβαδιού
τις άσπρες πεταλούδες
και τα κατακαλόκαιρα
που ‘χουν κι αυτά περάσει
μα πάντα εκεί που κάθομαι
μόνος και συλλογιέμαι
τα πράγματα της ζήσης μου
που πέρασαν γοργά
έχω το νου μου ακοίμητο
μήπως και ξανακούσω
πόδια που πίσω γύρισαν
φωνές πίσω απ’ την πόρτα
Το ποίημα είναι από το πρώτο βιβλίο της τριλογίας, τη συντροφιά του δαχτυλιδιού. Είναι στο τρίτο κεφάλαιο του δεύτερου μέρους (Το δαχτυλίδι φεύγει για το Νότο). Το λέει ο Μπίλμπο στον Φρόντο. Βέβαια δεν είναι όλο το ποίημα στο τραγούδι. Ολόκληρο είναι εδώ:
Στο παραγώνι κάθομαι μόνος και συλλογιέμαι
όσα τα μάτια μου έχουν δει στο δρόμο της ζωής μου,
τα λούλουδα του λιβαδιού, τις άσπρες πεταλούδες
και τα κατακαλόκαιρα που ‘χουν κι αυτά περάσει
Τα φύλλα που ήταν κίτρινα κι αραχνοστολισμένα,
τότε που τα φθινόπωρα περνούσανε ζεστά,
με ομίχλη κάθε πρωινό και ήλιο ασημένιο
και το αγέρι ανέμελο να παίζει στα μαλλιά
Στο παραγώνι κάθομαι κοντά και συλλογιέμαι
πως πλησιάζει ο καιρός και έρχεται η ώρα,
που ο χειμώνας θε να ‘ρθει χωρίς την άνοιξή του,
γιατί εγώ δε θα ‘μαι δω για να την ξαναδώ.
Γιατί έχει ακόμα αμέτρητα στον κόσμο τούτο
πράγματα, που ούτε τ’ άκουσα ουτ’ έχω δει ποτέ:
η άνοιξη σαν πάει να μπει το κάθε δάσος παίρνει
πράσινο και στολίζεται κι αλλιώς κάθε φορά.
Στο παραγώνι κάθομαι κοντά και συλλογιέμαι
αυτούς που ζήσανε παλιά και χρόνια ξεχασμένα
κι αυτούς που τώρα έρχονται μ’ ανήξερη ματιά
στον κόσμο τούτο που εγώ δε θα τον ξαναδώ.
μα πάντα εκεί που κάθομαι μόνος και συλλογιέμαι
τα πράγματα της ζήσης μου που πέρασαν γοργά
έχω το νου μου ακοίμητο μήπως και ξανακούσω
πόδια που πίσω γύρισαν, φωνές πίσω απ’ την πόρτα
Και στα αγγλικά:
I sit beside the fire and think
of all that I have seen,
of meadow-flowers and butterflies
in summers that have been;
Of yellow leaves and gossamer
in autumns that there were,
with morning mist and silver sun
and wind upon my hair.
I sit beside the fire and think
of how the world will be
when winter comes without a spring
that I shall ever see.
For still there are so many things
that I have never seen:
in every wood in every spring
there is a different green.
I sit beside the fire and think
of people long ago,
and people who will see a world
that I shall never know.
But all the while I sit and think
of times there were before,
I listen for returning feet
and voices at the door.